Τα πράγματα δεν είναι ΠΟΤΕ έτσι όπως φαίνονται.
Κάποτε ένας αστρονόμος είπε: «Ερεύνησα από την μια άκρη στην άλλη το σύμπαν με το τηλεσκόπιό μου. Πουθενά δεν βρήκα τον Θεό». Και κάποιος βιολιστής του απάντησε: «Και εγώ πήρα το βιολί μου και εξέτασα κάθε κομμάτι του και κάθε χορδή του. Πουθενά δεν βρήκα μουσική». Μη διαβάσετε τις επόμενες σελίδες με τον τρόπο που θα τις διάβαζε ο αστρονόμος.

15 Μαρτίου 2016

Πολυπολιτισμικό καρναβάλι

-Εδώ και δεκαετίες οι ελληνικές κυβερνήσεις διατηρούν μία επιμελή και έντονη ανθελληνική πολιτική.
-Εδώ και δεκαετίες οι «δημοκράτες» πολυπολιτισμένοι, κατά κύρια πλειοψηφία αριστερής ιδεολογίας [πρακτικά είναι καπιταλιστική αλλά αυτό είναι ζήτημα που χρήζει αυτόνομης ανάλυσης], μας κρατάνε σε μία ιδιότυπη δικτατορία, κατηγορώντας οτιδήποτε ελληνικό και θεωρώντας φασίστα όποιον ανησυχεί για την εθνική του ταυτότητα.
-Εδώ και δεκαετίες οι Έλληνες συνεχίζουν να αποδέχονται παθητικά όλη αυτήν την φασιστική προπαγάνδα, έστω και αν πολλές φορές παίρνει έντονα προσβλητικό χαρακτήρα ή είναι τελείως οφθαλμοφανής και συνδυασμένη με προβοκάτσιες.
Βλέπετε από τα μεγάλα εθνικά ελαττώματα είναι ο ωχαδελφισμός και το «μακριά από εμένα» που μας ταλανίζουν ανέκαθεν.
-Εδώ και δεκαετίες, οι Έλληνες συνεχίζουν να αποδέχονται τα θύματα της (πότε δεξιάς και πότε αριστερής) πολιτικής των πλουσίων χωρών. Άλλωστε, η ηθελημένη ή αθέλητη ξενιτειά είναι τυπωμένη στα γονίδιά μας και δεν μπορούμε παρά να συμπονέσουμε τους πρόσφυγες και τους λαθρομετανάστες, ειδικά αν φέρνουν μαζί τους μικρά παιδιά. Το ότι υπάρχουν φαινόμενα ρατσισμού και εκμετάλλευσης δεν με παραξενεύει. Συνεχώς επαναλαμβάνω (προφανώς με κουραστικό τρόπο για εσάς) ότι ΣΕ ΠΑΓΚΟΣΜΙΟ ΕΠΙΠΕΔΟ οι άνθρωποι έχουν τελείως διεστραμμένο ψυχισμό. Έτσι θα εκμεταλλευτούν με κάθε δυνατό τρόπο τους πιο αδύναμους.
Έτσι είναι απόλυτα φυσικό να έχουμε γεμίσει με ξένους, οι οποίοι έχουν γεμίσει την ύπαιθρο. Βλέπετε οι Έλληνες απαξιούν να δουλέψουν στα χωράφια και προτιμούν τις καφετέριες.
Φέτος παρακολούθησα τον καρνάβαλο σε ένα χωριό του Ωρωπού. Εκεί παρατήρησα διάφορα ενδιαφέροντα:
1) Ξαναείχα μία αμυδρή εντύπωση που έχω κάθε τόσο και δεν ξέρω αν είναι αληθινή ή φαντασία μου. Μου φαίνεται ότι με κάποιον τρόπο, πολλοί από τους ξένους που έρχονται εδώ «δηλητηριάζονται» από την ελληνική νοοτροπία και μετατρέπονται αργά αλλά σταθερά σε «ξένους έλληνες». Αυτή η εντύπωση έγινε έντονη όταν είδα έναν μικροσκοπικό μαυρούλη να μυείται στις διονυσιακή ατμόσφαιρα της εποχής.
 
2) Οι αποδείξεις ότι συνεχίζουμε με τον απίστευτο ελληνικό τοπικισμό μας είναι πλέον ατράνταχτες. Ο δήμος μοίρασε χρήματα για τον καρνάβαλο σε τρία διαφορετικά χωριά. Και αυτά δεν κατάφεραν να συνεννοηθούν, ώστε να ξοδέψουν όλοι μαζί τα χρήματα και να δημιουργήσουν μία ομάδα που θα παρήλαυνε και στα τρία χωριά σε διαφορετικές ημέρες. Ο ντόρος θα ήταν σημαντικός και αν συνεχιζόταν θα γινόταν πόλος έλξης για τον κόσμο. Οι πληροφορίες προέρχονται από τον αντιδήμαρχο του χωριού.
3) Δυστυχώς επικρατούσε και εδώ η ξένη μουσική, αντί για την οργιαστική μουσική με πίπιζες, τσαμπούνες και νταούλια.
4) Συνεχίζει να επιβιώνει (μετά βίας) η αυθεντική παραδοσιακή μεταμφίεση, όταν οι συμμετέχοντες φορούσαν «ότι είχαν» μεταμφιεζόμενοι συνήθως οι άνδρες σε γυναίκες και οι γυναίκες σε άνδρες.

 
 
5) Ο αριθμός των ξένων που μένουν μόνιμα εδώ, είναι πλέον τεράστιος. Ο αντιδήμαρχος του χωριού (αυτός με το ψάθινο καπέλο) ήταν ξένος (μάλλον από την Αλβανία) και μίλαγε υπερβολικά σπαστά και με πολλά λάθη.
6) Πήρε μέρος μία πολυπληθής ομάδα ινδών με τις εθνικές ενδυμασίες τους, σατιρίζοντας το Μπόλιγουντ. Αυτό δείχνει επίσης, και το πόσοι είναι πια οι ξένοι στην Ελλάδα. Στην ομάδα συμμετείχαν και ελληνίδες που είχαν βαφτεί ανάλογα, κάτι που δείχνει την εμφανή ανεκτικότητά μας.
 

Τέλος (κόντεψα να το ξεχάσω) ο Βασιλιάς Καρνάβαλος της πομπής ήταν ο Σόιμπλε! Φυσικά τον έκαψαν πανηγυρικά σε μία αλάνα.














Του χρόνου θα ξαναπάω να δω τι αλλαγές θα έχουν γίνει.
Σας εύχομαι καλή Σαρακοστή, η οποία φαίνεται ότι τελικά με την πολιτισμένη ΕΕ που μπλέξαμε θα γίνει τρακοσια-εξηντα-πεντε-κοστή!

13 Μαρτίου 2016

Ο μαύρος Έλληνας από την Νιγηρία!

Εχθές στην λαϊκή είδα έναν μαύρο που πούλαγε τσαντάκια σε πάγκο. Επειδή χρειαζόμουν μία «μπανάνα» τον πλησίασα.
Μιλούσε πολύ καλά ελληνικά με μια ελαφριά αφρικανική προφορά. Γέλαγε δυνατά με το παραμικρό, ήταν κεφάτος, ανοιχτόκαρδος και δήλωσε ότι ήταν «αναγεννημένος χριστιανός». Όταν κάποιος του είπε ότι είναι καλός άνθρωπος, αυτός απάντησε ότι καλός είναι μόνο ο Χριστός! Κάθε τόσο ανέφερε χωρία από τα ευαγγέλια που τα είχε μάθει απέξω!
Τον ρώτησα πως συνέβη και ήρθε στην Ελλάδα. Μου έδωσε μία απάντηση που με εξέπληξε. Είπε ότι οι αφρικανοί (τουλάχιστον οι χριστιανοί υποθέτω) αγαπάνε την Ελλάδα και την θεωρούν Άγιους Τόπους, όπως και την Ιερουσαλήμ!
Κάπως έτσι ήταν παλιά οι Έλληνες πριν γίνουν "πολιτισμένοι" ευρωπαίοι: ΕΞΩ ΚΑΡΔΙΑ.
Τελικά η ζωή εξαρτάται από την οπτική που έχεις.
Προφανώς δεν θα έβγαζε κανένα τεράστιο ποσόν από τον πάγκο του, αλλά ήταν εμφανώς ευτυχέστερος από πολλούς που βρίσκονταν τριγύρω, και που επίσης προφανώς είχαν πολύ περισσότερα από αυτόν. Αλλά εκείνος όμως ήταν πανευτυχής, γιατί βρισκόταν σε ένα χριστιανικό κράτος και ΜΑΛΙΣΤΑ στην Ελλάδα.
Όπως ξέρετε, ή μάλλον όπως ξεχάσατε, η ευτυχία δεν πουλιέται και δεν αγοράζεται.
Λέει και ένας αρχαίος σοφός:
«Ακόμα και αν έχεις χίλια δωμάτια, χρειάζεσαι μόνο μία γωνία για να κοιμηθείς. Και αν έχεις χίλια σακιά ρύζι, χρειάζεσαι μόνο μία χούφτα για να φας».

Για ipod, 4G, καλλυντικά, ηλίθια κουρέματα, μοδάτα ρούχα και επίπεδες τηλεοράσεις δεν συζητάμε καν.

Το στριφνό βιβλίο (Ο ΠΑΤΕΡΑΣ)

Έχει περάσει πολύς καιρός.
Τα συμβάντα έχουν πια μία χροιά μυθολογική.
Ήταν τότε που ο Αδάμ έκανε το σφάλμα και είπε: «Εγώ» και δάγκωσε τον δηλητηριασμένο καρπό.
Και έπεσε από τον Παράδεισο.
Κανείς δεν τον έβγαλε, βγήκε μόνος του γιατί αισθάνθηκε αυτάρκης, αισθάνθηκε «Εγώ».
Και παράτησε τον Πατέρα.
Και ο Πατέρας απομακρύνθηκε από αυτόν.
Και αυτός έμεινε μόνος του και αισθάνθηκε έρημος.
Και από τότε έτσι γίνεται σε όλο τον κόσμο με όλους τους γιους και όλους τους πατεράδες.
Και συνέβη το ίδιο και με τον δικό μου.
Και κάποτε τον είδα ξαπλωμένο με τα μάτια κλειστά.
Βαριανάσαινε.
«Ήρθα» του είπα «και τώρα εσύ μπορείς να φύγεις».
Και εκείνος πέθανε ευχαριστημένος.
Το κατάλαβα από ένα σιωπηλό δάκρυ του.
Και έτσι πια κανείς δεν είναι γύρω.
Κανείς πια δεν κάθεται ασυγκίνητος (δήθεν).
Σαν να μην ενδιαφέρεται (δήθεν).
Κανείς δεν διαβάζει πια την εφημερίδα του ανέμελος (δήθεν).
Και κανείς πια, σαν να μην σε καταλαβαίνει, δεν λέει αυστηρά κάπου κάπου: «Κάνε εκείνο που μπορείς».
Λείπει πλέον ο πιο καλός και δυνατός στον κόσμο.
Αφήνοντας ένα κενό.
Και ξαφνικά σε χρόνο ανύποπτο σιδερένια νύχια γεμίζουν αυτό το κενό αρπάζοντάς σε.
Ισχυρός πόνος.
Και καταλαβαίνεις.
Και νοιώθεις το λάθος.
Και υποφέρεις από το σφάλμα.
Και η συνειδητοποίηση σε πονάει περισσότερο κι από μαχαιριά.
Δεν ήσουν ένας καλός γιος και γι’ αυτό δεν είσαι ένας καλός πατέρας.
Και έτσι τώρα παίζεις και εσύ το πανάρχαιο παιχνίδι.
Ελπίζοντας πως ίσως τα σιδερένια νύχια θα πιάσουν τον γιο σου.
Όπως κάποτε εσένα.
Όλα τούτα μοιάζουν θλιβερά στον πολύ κόσμο.
Που αρνείται τον Πόνο.
Αλλά μόνο όταν είσαι ένα με αυτόν παύεις να πονάς.
Και μια περίεργη ηρεμία πλημμυρίζει την ύπαρξή σου.
Απούσα όταν λες «Εγώ».
Παρούσα όταν Υπάρχεις.
Και ας φαίνεται σαν ανοησία σε όσους δεν σκέφτονται.
Γιατί τώρα ξέρεις τουλάχιστον.
Και αυτό είναι κάτι τουλάχιστον.
Και κάθεσαι αδιάφορος (δήθεν).
Σαν να μην σε νοιάζει (δήθεν).
Και, σαν να μην καταλαβαίνεις, λες αυστηρά κάπου κάπου:
«Κάνε εκείνο που μπορείς».
Ελπίζοντας πως βαθιά στο χρόνο ο γιος σου θα καταλάβει την υποχρέωση που δεν μπορεί να διαταχθεί:
«Κάνε εκείνο που δεν μπορείς».

12 Μαρτίου 2016

Και εγώ στον κόσμο μου (1)

Πώς να σωπάσω μέσα μου
την ομορφιά του κόσμου;
Ο ουρανός δικός μου
η θάλασσα στα μέτρα μου

Μπορεί αυτήν την εποχή να γίνονται κοσμογονικές αλλαγές, να έρχονται τα πάνω-κάτω και οι Έλληνες (κάτι λίγοι δηλαδή) να ανησυχούν ακόμα και για την  επιβίωσή τους σαν κράτος και σαν πολιτισμός.

Πώς να με κάνουν να τον δω
τον ήλιο μ’ άλλα μάτια;
Στα ηλιοσκαλοπάτια
Μ’ έμαθε η μάνα μου να ζω...

Εγώ από την άλλη μεριά δεν ανησυχώ καθόλου. Όχι γιατί έχω γίνει ένας ανόητος πολιτισμένος με διαδίκτυο και τηλεόραση και λατρεύω τους κενούς «επώνυμους», ακολουθώντας πιστά την κάθε ηλίθια καταναλωτική μόδα.  Έχω τελείως διαφορετικούς λόγους.
Πρώτα πρώτα, αν και ενοχλούμαι, είτε ανησυχώ είτε όχι είμαι πολύ μικρός για να αλλάξω την ροή των γεγονότων που ωθούνται από τιτανικές, τεράστιες δυνάμεις.
Ο Ελληνισμός ΕΤΣΙ ΚΑΙ ΑΛΛΙΩΣ θα επιβιώσει, ασχέτως αν εμείς εξαφανιστούμε. Διότι Ελληνισμός σημαίνει πολιτισμός και ανθρωπισμός. Εκεί όπου υπάρχουν αυτά τα δύο εκεί υπάρχουν και Έλληνες. Έστω και αν δεν το ξέρουν, έστω και αν δεν μιλάνε καν ελληνικά.

Στου βούρκου μέσα τα νερά
ποια γλώσσα μου μιλάνε
αυτοί που μου ζητάνε
να χαμηλώσω τα φτερά;

Με αυτήν την ροή των γεγονότων, το πιθανότερο είναι ότι θα εξαφανιστούμε σαν υλική υπόσταση.
Δεν θα υπάρχουν πια Έλληνες να πίνουν ούζο, να τσακώνονται για την πολιτική και να δείχνουν το «έξω καρδιά» που τρελαίνει τους καταπιεσμένους τουρίστες όταν έρχονται στην χώρα μας.
Αλλά πείτε μου:
ΣΑΜΠΩΣ ΥΠΑΡΧΟΥΝ ΠΙΑ ΕΛΛΗΝΕΣ;
Εκείνοι οι σκληροί πολεμιστές που πήγαιναν στην μάχη με 70 κιλά μέταλλο επάνω τους δεν υπάρχουν πια.
Αντικαταστάθηκαν από μία μάζα μαλθακών και υπέρβαρων, με σκουλαρίκια και τατουάζ, που τρομάζουν όταν δουν ένα «παράνομο» σουγιαδάκι.
Οι ανεξάρτητες και κυρίαρχες γυναίκες, που έκαναν γυμνικούς αγώνες και που έπαιρναν τα όπλα αν χρειαζόταν, δεν υπάρχουν πια.
Αντικαταστάθηκαν από καταναλώτριες που ασχολούνται με κάθε είδους χαζή δυτική μόδα, έξω από κάθε αισθητική.
Τα σκληραγωγημένα παιδιά, που από τα επτά τους χρόνια τα αναλάμβανε το κράτος, που περπατούσαν ξυπόλητα χειμώνα καλοκαίρι και φόραγαν ένα ρούχο όλο κι όλο δεν υπάρχουν πια.
Αντικαταστάθηκαν από κακομαθημένα, τεμπέλικα και υπέρβαρα όντα που ανατρέφονται με αγγλοσαξωνικές και καθολικές μεθόδους.
Η αρχαία γλώσσα με τον γιγάντιο πλούτο λέξεων, με την απίστευτη ζωντάνια και δημιουργικότητά της δεν υπάρχει πια.
Αντικαταστάθηκε από μία γλώσσα-υβρίδιο, που απλοποιείται όλο και περισσότερο, χάνοντας συνεχώς λέξεις και έννοιες.
Οπότε όχι, δεν ανησυχώ.
Ένας φυσικός ψυχολογικός νόμος, τον οποίο ποτέ δεν θα διαβάσετε στα πολλά δήθεν άρθρα ψυχολογίας, είναι αυτός:
Όταν έχεις ελαττώματα και δεν τα εξαφανίζεις, τότε αυτά θα εξαφανίσουν εσένα.
Σε αυτόν τον νόμο υπάκουσαν δεκάδες αρχαίοι πολιτισμοί.
Τώρα προφανώς είναι η σειρά του ελληνικού. Και ο λόγος είναι ότι όχι μόνο συνεχίζουμε να έχουμε τα «εθνικά» ελαττώματα, αλλά τα αναπτύξαμε μέχρι εκεί που δεν πάει άλλο.
Έτσι δεν μένει παρά  η φύση να τραβήξει πάνω στο εθνικό, πολιτικό και πολιτιστικό μνήμα μας την ταφόπλακα.
Αλλά μέχρι η ταφόπλακα να μας σκεπάσει τελείως (ή προσωπικά εμένα), εγώ θα συνεχίσω να ασχολούμαι με το μόνο «αντικείμενο» που έχει πραγματικό ενδιαφέρον: τα ΕΓΩ, τα θεοποιημένα από την δυτική κουλτούρα ελαττώματα.
Για αυτό:
Αφήστε την Μέρκελ να λυσσομανάει για να γίνει η υπερ-πρωθυπουργός της Ευρώπης.
Αφήστε τον Σόιμπλε να αναπνέει στημένα οικονομικά έγγραφα.
Αφήστε το ΔΝΤ να «βοηθάει» τους λαούς.
Αφήστε τους αγγλο-αμερικάνους και τις τόσες τρομοκρατικές οργανώσεις τους να δρουν υπόγεια.
Αφήστε όλα αυτά τα ανθρωπάκια να εκτελέσουν το Κάρμα στην γη.
Γιατί το Κάρμα για να έρθει χρειάζεται έναν ταχυδρόμο. ΑΛΛΑ αλίμονο στον ταχυδρόμο.
Όλοι θα πάρουν το πολύ-πολύ δύο μέτρα λάκκο.
Εσείς φροντίστε να πάρετε κάτι άλλο.
ΕΤΣΙ ΚΙ ΑΛΛΙΩΣ θα πεθάνουμε όλοι:
άλλοι εύκολα και άλλοι δύσκολα
άλλοι ευτυχείς και άλλοι δυστυχείς
άλλοι πλούσιοι και άλλοι φτωχοί
άλλοι υγιείς και άλλοι άρρωστοι
Φροντίστε λοιπόν να πάρετε μαζί σας εκείνο για το οποίο οι πολλοί αδιαφορούν.

Στου βούρκου μέσα τα νερά
ποια γλώσσα μου μιλάνε
αυτοί που μου ζητάνε
να χαμηλώσω τα φτερά;

10 Μαρτίου 2016

Το στριφνό βιβλίο (Ο ΔΑΣΚΑΛΟΣ)

Ξέγνοιαστος κοιτούσα μία γάτα στην γωνία ενός σπιτιού που παραφύλαγε κάτι στα χορτάρια. Με το σώμα παράλληλα στο έδαφος είχε την προσοχή καρφωμένη στο θύμα της. Έκανε την χαρακτηριστική κίνηση των πίσω ποδιών της, σημάδι ότι ετοιμαζόταν να επιτεθεί. Προσπάθησα να διακρίνω ποιος ήταν ο υποψήφιος μεζές.
Τότε ένοιωσα ένα δυνατό χτύπημα πίσω από τα γόνατα. Τα πόδια μου δίπλωσαν και έπεσα με όλο μου το βάρος στο χώμα μουγκρίζοντας από πόνο. Η μέση μου έτριξε καθώς το σώμα μου έγειρε πίσω από το βάρος και την ένταση του χτυπήματος. Και μετά από μια άπειρη στιγμή ένα ραβδί εμφανίσθηκε από το πουθενά. Φτιαγμένο από ένα σκεβρωμένο κλαρί πουρναριού είχε πελεκηθεί σαν ρόπαλο. Κόμποι ξύλινοι, όμοιοι σφιγμένες γροθιές, φαίνονταν πάνω στην γυαλισμένη επιφάνειά του.
Το κλωνάρι ανέβηκε ψηλά και ύστερα άρχισε να πέφτει. Ανήμπορος να αντιδράσω είδα με τρόμο το βαρύ και σκληρό ραβδί να κατεβαίνει με στόχο το στήθος μου. Με πέτυχε ακριβώς πάνω στο στομάχι και το σώμα μου δίπλωσε μπροστά ενώ δάκρυα πλημμύρισαν τα μάτια μου.
Έπειτα ο κλώνος έκανε μια στροφή και ανέβηκε λίγο. Στην πλευρά που δεν έβλεπα ένα κλαδί είχε κοπεί λοξά και είχε δουλευτεί έτσι ώστε να σχηματίζει ένα κοφτερό άγκιστρο. Με την κίνηση η προεξοχή σκάλωσε στο λαρύγγι μου ενώ ταυτόχρονα κάποιο πέλμα με πάτησε στον σβέρκο.
-Οι άνθρωποι είναι υπερβολικά μαλθακοί στις μέρες σας, ακούστηκε μια ήρεμη φωνή πίσω μου. Κοιμούνται όρθιοι. Έγιναν πολύ εύκολα θύματα.
Μπόρεσα να πάρω ανάσα, ενώ ο πόνος από τα χτυπήματα λιγόστεψε. Ήμουν στο έλεος του χειριστή του ραβδιού. Ένα ελαφρύ τράβηγμα και μπορούσα να μείνω χωρίς αρτηρίες στον λαιμό. Και εκείνος για να σιγουρευτεί ότι το κατάλαβα κίνησε λίγο το ξύλο του.
-Δεν σου αρέσει ο πόνος, έτσι; Τώρα που νοιώθεις καλύτερα πες μου: να σε αφήσω ή θέλεις άλλη μια επίδειξη;
Κούνησα το κεφάλι αρνητικά και το πόδι έφυγε από τον σβέρκο μου. Σηκώθηκα αγκομαχώντας, μακριά από το επίφοβο ρόπαλο. Πονούσα ολόκληρος και το κεφάλι μου γύριζε. Ανάσανα με ανακούφιση.
-Δεν έπαθες και τίποτε σοβαρό, ακούστηκε πάλι η φωνή. Όταν σε προσβάλλουν σίγουρα πονάς περισσότερο. Και ξεχνάς το θέμα πολύ αργότερα. Ήδη το χτύπημα δεν σε απασχολεί άλλο.
Ήρθα πάλι όπως σου είχα υποσχεθεί.
Γύρισα και κοίταξα τον παλιό γνώριμο. Χαμογέλασα ηλίθια τρίβοντας τα σακατεμένα γόνατά μου.
-Ακούω, του είπα προσέχοντας την φοβερή μαγκούρα που κράταγε.
-Ήρθα να σου πω για αυτό που φαίνεται ότι είναι και αυτό που πράγματι είναι. Γιατί ότι γυαλίζει δεν είναι χρυσός.
Τα πράγματα έχουν πάντα δύο όψεις. Αυτή που δείχνουμε στους άλλους και αυτή που είναι αληθινή. Για αυτόν τον λόγο κοίτα προσεκτικά. Διάλεξε κάποιον από το πλήθος και παρατήρησε. Παρατήρησε.
Γύρισα. Διάλεξα στην τύχη έναν τύπο με κοστούμι που ερχόταν προς το μέρος μου εκείνη την ώρα. Μεγαλοπρεπής και σοβαρός, σε καλή οικονομική κατάσταση, είχε αέρα ανθρώπου χωρίς προβλήματα, άνετου και πολιτισμένου.
-Παρατήρησε. Παρατήρησε με προσοχή.
Η φωνή σκληρή και επιτακτική με έκανε να ριγήσω. Το οπτικό μου πεδίο στένεψε και η αντίληψή μου εγκλωβίστηκε, σαν σε χωνί, πάνω στον άνθρωπο με το κοστούμι.
Έτρεμε. Τον άκουσα να λαχανιάζει από τρόμο καθώς χοντρές σταγόνες ιδρώτα κυλούσαν στο μέτωπό του. Τα χείλη του έτρεμαν και τα μάτια του όλο αγωνία έψαχναν γύρω.
-Πρέπει οπωσδήποτε να κλείσω το συμβόλαιο. Έχω έξοδα. Έχω έξοδα. Πρέπει να πάρω και καινούριο αμάξι.
Έκανε ένα βήμα. Τα μάτια του έπεσαν στα γλυκά μιας βιτρίνας. Η όψη του άλλαξε. Μια απέραντη πείνα εμφανίστηκε. Σαν να του έτρεξαν τα σάλια. Το όνειρο της ζωής του ήταν μια εντυπωσιακή τούρτα στην βιτρίνα.
-Αχ θα παχύνω, έχω και το δόντι μου. Πρέπει να αδυνατίσω, πρέπει να αδυνατίσω.
Έκανε άλλο ένα βήμα. Πρόσεξε αριστερά του ένα φαρμακείο. Ο πανικός τον κατέλαβε. Σχεδόν ετοιμαζόταν να κλάψει.
-Δεν βγαίνουν και αυτά τα αποτελέσματα των εξετάσεων. Η καρδιά μου με τσιμπάει τελευταία και έχω καούρες.
Έκανε άλλο ένα βήμα. Μια νεαρή πλησίασε ψάχνοντας τις βιτρίνες. Τα μάτια του στρογγύλεψαν λες και είχε να δει γυναίκα πολλά χρόνια. Άρχισε να βαριανασαίνει. Την κοίταξε με βουλιμία.
-Αυτή είναι γυναίκα. Όχι σαν την δικιά μου. Πως στραβώθηκα και την παντρεύτηκα. Τι κούκλα, τι κούκλα.
Έκανε άλλο ένα βήμα. Ένας πιτσιρικάς με κοτσίδα πέρασε κυλώντας πάνω σε πατίνια. Το μίσος ξεχείλισε στο πρόσωπο του άντρα. Χάιδεψε μηχανικά το κεφάλι του, μισόγυμνο από μαλλιά, και κοίταξε με ζήλια την επίπεδη κοιλιά του μικρού.
-Αλήτη. Πρόσεχε που πηγαίνεις. Θα χτυπήσεις κανέναν άνθρωπο. Αλήτη.
Έκανε άλλο ένα βήμα. Μια γριά στάθηκε και χαιρέτησε τον άνδρα. Εκείνος με έντονη χαρά στο πρόσωπο, της έκανε μερικές ερωτήσεις για τους κοινούς γνωστούς. Φαινόταν πανευτυχής που την συνάντησε. Έπειτα γύρισε και έφυγε. Αμέσως το πρόσωπό του σκυθρώπιασε και μόρφασε με απέχθεια.
-Γριά στρίγγλα. Εσύ μου έλειπες. Πέθανε να καθαρίσει ο τόπος.
Εμβρόντητος τον είδα να περνάει ευγενέστατος και άνετος και να χάνεται. Το σκούντημα από το ρόπαλο με συνέφερε.
-Ισχύει παντού.
Ισχύει για όλους.
Ισχύει και για σένα.
Με την προϋπόθεση να παρατηρήσεις καλά και ήρεμα. Όταν η λάσπη φύγει από το νερό μπορεί να δει κανείς πολλά πράγματα.
Θα ξανάρθω.
Με διάφορες μορφές. Νέος ή γέρος. Φτωχός ή πλούσιος. Άνθρωπος ή ζώο. Άδειος ή γεμάτος. Γρήγορα ή αργά. Και όχι πάντα εγώ, αλλά ίσως κάποιος άλλος. Όμως πάντα οδυνηρός. Πάντα θα σου θυμίζω τα παλιά σου σφάλματα.
Και θα σε βοηθώ να μην ξεχνάς τα καινούρια.
Και θα σε βρίσκω πάντα όταν θα νομίζεις ότι σε έχω χάσει. Τότε που θα είσαι ξέγνοιαστος. Και θα κοιμάσαι. Και το ραβδί μου θα σε βοηθάει, με τον πόνο, να ξυπνάς. Μέχρι που κάποτε να αποφασίσεις να μείνεις ξύπνιος. Τότε δεν θα με ξαναδείς πια.
Χαμογέλασε και πριν προλάβω να του απαντήσω εξαφανίστηκε.
Ο γάτος πήδηξε και έπιασε στον αέρα έναν σπουργίτη που φτερούγισε, δυστυχώς για αυτόν αργά, από το γρασίδι. Σχεδόν ένιωσα τα δόντια του που γράπωναν το πουλί. Ανατριχιασμένος κοίταξα γύρω ψάχνοντας να δω που βρίσκεται ο δικός μου θάνατος. Κάπου είχα διαβάσει ότι μας παραφυλάει πάντοτε από τα αριστερά.
Με την άκρη του ματιού μου πρόλαβα να δω ένα τραχύ πουρναρόξυλο να χάνεται…

6 Μαρτίου 2016

Το Στριφνό βιβλίο (ΤΟ ΜΗΝΥΜΑ)

Το κείμενο αυτό μου το έδωσε κάποιος άγνωστος μια μέρα στον δρόμο. Με κοίταξε και ήξερα τι έγραφε το χαρτί: 
«Προσέξτε ότι τα γηρατειά στους ανθρώπους έρχονται από κάτω προς τα πάνω. Από τα πόδια. Δυσκαμψία αρχίζει να ανεβαίνει σιγά σιγά. Καταλαμβάνει τα γόνατα. Εγκαθίσταται στην μέση. Ξεχειλίζει από τους ώμους. Τέλος γραπώνει το σώμα από τον σβέρκο. Τότε ο άνθρωπος δεν μπορεί να γυρίσει, κοιτάει μόνο μπροστά όπως το τραίνο που πάει αποκλειστικά στις ράγες του. Δεν μπορεί να σηκωθεί. Δεν μπορεί να σκύψει. Δεν μπορεί να κάνει τίποτε από αυτά που έκανε μικρός.
Τέλος η βαρύτητα κυριαρχεί στο σώμα, καταστρέφει τα κόκαλα και ο άνθρωπος γέρνει μπροστά. Και κοιτάει κάτω. Βλέπει έτσι μνήματα και παλιούς σταυρούς και διαβάζει νεκρολογίες φίλων και συγγενών. Και (από τον φόβο του θανάτου) θυμάται ότι υπάρχει και Θεός. Και προσπαθεί να αγοράσει μια θέση στον Παράδεισο.
Όμως όπως είναι κάτω έτσι είναι και επάνω. Αυτό είναι νόμος πανάρχαιος.
Προσέξτε ότι έτσι γερνάει και η ψυχή. Μόνο που αυτή γερνάει από πάνω προς τα κάτω. Ο άνθρωπος αρχίζει να σκέφτεται πως θα κάνει αυτό που θέλει. Μετά το αποφασίζει. Μετά παραβλέποντας την φωνή του Εσωτερικού του Δικαστή το κάνει. Τότε η συνείδηση που είναι δύσκαμπτη αρχίζει να αποκτά ευλυγισία. Που αρχίζει σιγά σιγά να κατεβαίνει. Καταλαμβάνει το νου. Εγκαθίσταται στην καρδιά. Ξεχειλίζει στις πράξεις. Τότε η συνείδηση δεν μπορεί να γυρίσει (όπως το τραίνο που πάει αποκλειστικά στις ράγες του), κοιτάει μόνο μπροστά, στο «συμφέρον της». Δεν μπορεί να σηκωθεί. Δεν μπορεί να αντισταθεί. Δεν μπορεί να κάνει τίποτε από αυτά που έκανε μικρή.
Τέλος ο εγωισμός κυριαρχεί στην συνείδηση, καταστρέφει τις τύψεις και ο άνθρωπος γέρνει μπροστά. Και κοιτάει κάτω. Βλέπει έτσι μόνο το συμφέρον του. Και κρατάει σημειώσεις με λογαριασμούς: «μου είπε αυτό, μου έκανε εκείνο, δεν θα του το συγχωρήσω ποτέ, δεν φταίω εγώ αλλά οι άλλοι». Και η βαρύτητα του εγωισμού καταλαμβάνει την συνείδηση και την τραβάει μαζί με την σάρκα κάτω από το χώμα.
Έτσι λοιπόν ένα μωρό είναι δροσερό, ευλύγιστο στο σώμα και αλύγιστο στην συνείδηση. Κοιτάει χωρίς να κρίνει κανέναν. Πράττει χωρίς απώτερο σκοπό. Η συνείδησή του είναι άκαμπτη. Είναι γεμάτο ζωή, ενέργεια και μέλλον. Μόλις όμως μεγαλώσει λίγο, η αλαζονεία της ενέργειας της νεότητάς του θα το κάνει να αλλάξει δρόμο.
Για να υποκύψει σιγά σιγά στην βαρύτητα του εγωισμού.
Έτσι είναι πως στο τέλος θα καταντήσει ένας αποξηραμένος γέρος με άκαμπτο σώμα αλλά εύκαμπτη συνείδηση. Γεμάτος παρελθόν, αρρώστια και θάνατο.
Αυτά τα ξέρω διότι τα βλέπω να συμβαίνουν.
Αυτά τα ξέρω διότι βλέπω ότι η βαρύτητα κάνει δύσκαμπτο το σώμα μου.
Αυτά τα ξέρω διότι αισθάνομαι ότι το συμφέρον κάνει εύκαμπτη την συνείδησή μου. Και αντιλαμβάνομαι το Εγώ να ζωντανεύει ενώ η συνείδησή μου κοιμάται.
Και ο Αιώνιος ρίχνει βαριά την σκιά του επάνω μου. Γιατί τώρα που έφυγε η αλαζονεία της ενέργειας έμεινε η πικρή γεύση της αδυναμίας. Αλλά δεν θα επιτρέψω στην συνείδησή μου να γίνει εύκαμπτη σαν μωρό. Και όρθιος θα κοιτάξω το Άπειρο χωρίς υπεκφυγές. Θα πετάξω το σημειωματάριο με τους λογαριασμούς και αναλαμβάνοντας την ευθύνη της βλακείας μου θα ανακοινώσω:
«Ένας βλάκας μπορεί να κάνει μόνο βλακείες Κύριε. Τουλάχιστον αυτό το κατάλαβα».
Ξέρω ότι ο Αιώνιος θα εκπλαγεί. Μετά θα ερευνήσει. Και μετά θα ευχαριστηθεί. Διότι δεν θα τολμήσω να δηλώσω κάτι τέτοιο στα ψέματα.
Αλλά μην τολμήσετε να υποθέσετε ότι τα λέω αυτά επειδή γέρασα. Ή γιατί φοβάμαι και παραπονιέμαι που η φύση μου κόβει αυτά που δεν έκοψα μόνος μου. Ή γιατί γίνομαι μαλθακός και διαλλακτικός από ανάγκη λόγω αδυναμίας του σώματος.
Τα λέω γιατί είμαι ξεροκέφαλος. Και ελπίζω ότι θα πετύχω κάποιον που δεν θα είναι κουφός. Και θα χρησιμοποιεί το μυαλό του. Για να ξαναγίνει μωρό.
Και έτσι να χαμογελάσει ο Αιώνιος».
Ο άνθρωπος γύρισε για να φύγει. Κοντοστάθηκε. Με ξανακοίταξε και ήξερα τι θα πει:
-Δεν το έγραψα εγώ αυτό. Ως εκ τούτου μην πεις ότι εγώ σου το έδωσα.
Έφυγε χωρίς δεύτερη κουβέντα. Χωρίς να ξαναγυρίσει για να κοιτάξει. Και ήξερα ότι είχα μπλέξει άσκημα.

Στην εποχή της καταστροφής των εννοιών

Ένας από τους σκοπούς της Νέας Τάξης πραγμάτων είναι η καταστροφή της γλώσσας. Οι άνθρωποι πρέπει να είναι όλο και λιγότερο ικανοί (παρά τις όποιες σπουδές) να μιλάνε και να αλληλο-καταλαβαίνονται.
Και μία από τις μεθόδους είναι η διαστροφή της έννοιας των λέξεων. Στο 1984 του Όργουελ (θα ήταν πολύ καλό αν το διαβάζατε) λέει ακριβώς αυτό. Για παράδειγμα το υπουργείο που ασχολείται με τον πόλεμο λέγεται «υπουργείο ειρήνης».
Οι στρατιωτικές εισβολές των αμερικανών βαφτίζονται ειρηνικές επεμβάσεις και αν προσέξετε θα βρείτε πολλά τέτοια «σημάδια».
Πως αλλιώς θα μπορούσε να εξηγηθεί το «σέξι μπουκάλι» της διαφήμισης μπύρας και η «κατάθεση ψυχής» της ποδοσφαιρικής ομάδας που κέρδισε τον αγώνα;