Ανάμεσα σε εμάς και στην πραγματικότητα υπάρχει ένας τοίχος. Αν θέλετε μπορείτε να μάθετε (με πολύ ψάξιμο και πολύ τύχη) για την βασική αρχή της μεθόδου για το «τρύπημα» του τοίχου-εμποδίου που υπάρχει ανάμεσα στον τρισδιάστατο κόσμο που ζούμε φυλακισμένοι και στους ανώτερους κόσμους αντίληψης.
Το πρόβλημα είναι όμως ότι δεν μπορείτε να διδαχθείτε τον τρόπο με τον οποίο πρέπει να εφαρμόσετε αυτήν την μέθοδο. Δεν αρκεί να μάθετε την «επιφάνεια» γιατί η πρακτική εφαρμογή είναι απείρως δυσκολότερη. Η αιτία είναι ότι έχουμε εκπαιδευτεί να σκεπτόμαστε και όχι να εφαρμόζουμε.
Αυτό που λέω εδώ προφανώς δεν μπορείτε να το καταλάβετε.
Αλλά επίσης δεν είναι τόσο εύκολο να το καταλάβετε γιατί κανείς δεν ασχολείται με την συγκεκριμένη παράμετρο.
Ο εσωτερισμός δεν είναι σαν να «φυσάς και να φτιάχνεις μπουκάλια».
Τα παρακάτω δύο κείμενα περιγράφουν με χαρακτηριστικό τρόπο το εμπόδιο κατανόησης που υπάρχει ανάμεσα σε εμάς και την «άλλη πλευρά»:
Το ΤΑΟ που οι άνθρωποι του κόσμου εκτιμούν είναι στα βιβλία. Αλλά τα βιβλία είναι μόνο λέξεις. Οι λέξεις έχουν αξία: η αξία τους είναι οι έννοιες. Αλλά οι έννοιες ακολουθούν κάτι άλλο που δεν μπορεί να μεταδοθεί με λόγια. Ο κόσμος των ανθρώπων όμως εκτιμάει τα λόγια και τα μεταδίνει με τα βιβλία. Αν και ο κόσμος τιμά τα βιβλία δεν νομίζω πως αξίζουν να τα τιμά κανείς: αυτό που τιμάμε στα βιβλία δεν είναι αυτό που θα έπρεπε πραγματικά να τιμάμε.
Αυτά που κοιτάμε και βλέπουμε είναι μορφές και χρώματα. Αυτά που αφουγκραζόμαστε και ακούμε είναι λόγια και ήχοι. Κρίμα δεν είναι όλοι να νομίζουν πως οι μορφές και τα χρώματα, τα λόγια και οι ήχοι αντιπροσωπεύουν την αλήθεια των πραγμάτων; Επειδή δεν είναι έτσι, όσοι ξέρουν δεν μιλούν, όσοι μιλούν δεν ξέρουν. Αλλά πως να το καταλάβει ο κόσμος;
Μία μέρα ο άρχοντας Χουάν διάβαζε σε μία αίθουσα, ενώ κάτω στην αυλή ο τεχνίτης Πιεν έφτιαχνε μία ρόδα. Ακούμπησε το σκαρπέλο του και το ξυλοσφύρι, ανέβηκε στην αίθουσα και είπε στον άρχοντα Χουαν:
-Τι είναι αυτά τα λόγια που διαβάζεις;
-Λόγια των σοφών, είπε ο άρχοντας.
-Αυτοί οι σοφοί ζούνε ακόμα; ρώτησε ο Πιεν.
-Όχι, είναι πεθαμένοι, είπε ο άρχοντας.
-Τότε, είπε ο Πιεν, αυτά που διαβάζεις, άρχοντα μου, δεν είναι παρά απομεινάρια και κατακάθια των ανθρώπων του παλιού καιρού.
-Πώς εσύ, ένας τεχνίτης, έχεις γνώμη για τα βιβλία που διαβάζω; είπε ο άρχοντας Χουαν. Αν μπορέσεις να εξηγηθείς πάει καλά, αν δεν τα καταφέρεις έχασες την ζωή σου.
Ο Πιεν είπε:
-Ο υπηρέτης σου βλέπει τα πράματα από την σκοπιά της τέχνης του. Όταν πελεκώ το ξύλο για να φτιάξω μία ρόδα και χτυπήσω το σκαρπέλο πολύ μαλακά γλιστράει ευχάριστα αλλά δεν πιάνει στο ξύλο, αν πάλι το χτυπήσω πολύ δυνατά δαγκώνει το ξύλο και σφηνώνεται. Ούτε μαλακά, ούτε σκληρά: πρέπει να το βρει το χέρι και να το αισθανθεί ο νους. Δεν μπορείς να το εξηγήσεις με λόγια και δεν μπόρεσα να το διδάξω στον γιό μου ούτε αυτός να το μάθει από μένα. Και έτσι, παρ' όλα τα εβδομήντα μου χρόνια φτιάχνω ακόμα ρόδες. Όταν οι άνθρωποι του παλιού καιρού πεθάνανε πήρανε μαζί τους αυτό που δεν μπορεί να μεταδοθεί και αυτά που διαβάζεις τώρα δεν μπορεί να είναι παρά τα απομεινάρια και τα κατακάθια των αρχαίων.